30/4/10

“Είναι για να τους λες ΑΝΤΕ ΓΕΙΑ!”

   Η Ελλάδα του λευκού και της θάλασσας, της αργόσυρτης μέρας που δε λέει να τελειώσει, του ούζου και της παρέας, του σεκλετιού και του μερακλώματος, η γαλανόλευκη έπαθε ηλεκτροπληξία. Κι αυτό γιατί βραχυκύκλωσαν τα γυμνά της καλώδια που έχασκαν παρατημένα δίπλα στο φλοίσβο και τις ταβέρνες. Έμεινε λοιπόν σύξυλη, με τ’ άπλυτά της σε κοινή θέα να συζητιούνται απ’ άκρο σ’ άκρο της γης και ταρακουνήθηκε. Κι όταν κάπως κόπασε η θύελλα το εσωτερικό της χωρίστηκε (πάλι!) σε δύο στρατόπεδα: των κακών και των καλών. Οι κακοί, αυτοί δηλαδή που μέχρι χθες γέμιζαν πειναλέα τις τσέπες τους και κήρυτταν πως για να πας μπροστά πρέπει να υιοθετήσεις τη “μέθοδο του καβουριού”, να περπατάς δηλαδή πλαγίως και με τις δαγκάνες ανοιχτές, οι κακοί λοιπόν σήμερα κατάπιαν τη γλώσσα τους και μην τους είδατε. Σαν έμπειροι κακοί που είναι, ξέρουν πότε είναι ώρα να μιλήσουν και πότε να κρυφτούν στ’ αζήτητα. Οι καλοί απ’ την άλλη μεριά είναι εκείνοι που μέχρι πρόσφατα βρισκόταν έξω απ’ το παιχνίδι τρώγοντας ψωμί κι ελιά (όχι πως δε λιγουρευόταν τον μπουφέ, αλλά ήταν ψηλός και δεν τον έφταναν) κατέβαιναν μάλιστα και στις διαδηλώσεις του ΠΑΜΕ -πάμε να φύγουμε, πάμε να πιούμε, πάμε κάπου τέλος πάντων όπου να’ναι. Οι καλοί έχουν μούσι και φορούν κουλτουριάρικο φουλάρι κι ορκίζονται πως ουδέποτε έφαγαν καποιανού τη σειρά, γιατί αυτοί είχαν πάντοτε αξίες κι ιδανικά κρυμμένα στην άβυσσο του ήθους τους.


  Μετά την καταιγίδα, λοιπόν, οι κακοί λούφαξαν είτε έγιναν Μανωλιοί που φόρεσαν αλλιώς το σακάκι τους, τουτέστιν πήγαν με τους καλούς. Κι έτσι οι κακοί, δεν ξέρω πώς μέσα σε ένα δυο μήνες, έγιναν θαρρείς είδος προς εξαφάνιση. Τώρα χτυπάς πόρτες μιλώντας καβουρίσια όπως παλιά, “ρε παιδιά μπας και παίζει καμιά θεσούλα και για μένα” και όχι μόνο δεν παίρνεις απάντηση, αλλά σου ορμάνε κιόλας οι καλοί θιγμένοι κι αφρίζουν και σε στέλνουν έξω από ’δω και να προωθήσεις, κύριε, τις αιτήσεις σου αξιοκρατικά, λέει, αρχίζοντας απ΄το μηδέν όπως σε όλα τα καθωσπρέπει κράτη του κόσμου. Πάλι απ’ το μηδέν ρε παιδιά; Έλεος δηλαδή! Είδες όμως εξέλιξη, αγιάσαμε τάχιστα. Μιλάμε τώρα σύσσωμοι για ηθική και αξιοκρατία κι απ’ τους παλιούς τρόπους δεν γνωρίζουμε πια τίποτα και σκανδαλιζόμαστε λες κι όλα αυτά συνέβησαν σε κάποια άλλη χώρα κι όχι στη δική μας, την Ψωροκώσταινα. Και μάλιστα τόσο πολύ παθιαστήκαμε, που όντως πεισθήκαμε πως το κακό από κάπου αλλού έρχεται κι εμείς, όπως πάντα, δεν ξέρουμε, δεν είδαμε τίποτα. Πάραυτα, το πιστόλι το βλέπω τοποθετημένο στον κρόταφο κι όχι πάνω στο τραπέζι, και το ποσοστό της ανεργίας το βλέπω ν’ ανεβαίνει λες και είναι υψηλός πυρετός και για να επιβιώσεις σου ζητάνε ξαφνικά όλοι τίτλους και περγαμηνές σε μια χώρα που μοιάζει με κάστρο στην άμμο και χάρτινο είν’ το φεγγαράκι της. Και τους κακούς τους βλέπω να κρύβονται πίσω απ’ τις φούστες τους σαν άβγαλτα κοριτσόπουλα, και το έλλειμμα να μεγαλώνει σαν την τρύπα του όζοντος και την πολυπόθητη ελπίδα να μην την βρίσκεις πουθενά. Είναι λοιπόν ή δεν είναι να τους λες “Άντε γειά”; Ξ.Π.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα των Κυκλάδων "Κοινή Γνώμη" στις 30/04/2010, σελ.15