12/12/11

Σκοτώνουν τους ήρωες όταν γεράσουν;

Βαρέθηκα τον διασυρμό. Περισσότερο βαρέθηκα να κάθομαι δακρύβρεχτη στην κουπαστή ενός καραβιού ακυβέρνητου με ένα κομματάκι ψωμί στο χέρι και τυλιγμένη με κουρέλια να το σφίγγω σαν το τελευταίο μου εφόδιο. Είναι κακομοιριά, αρνούμαι να ζήσω ή να πεθάνω με κακομοιριά, δε μου το επιτρέπει το παρελθόν μας. Από πότε λουφάξαμε και περιμένουμε να δούμε να μας αφαιρούν ένα ένα τα ζωτικά μας όργανα; Τί είναι αυτό που μας καθηλώνει; Ποιό είναι το αντίδοτο του εξατμισμένου θυμού; Για σας και για μενα μιλάω, πάντα απ τους νέους εξαρτώνται οι εξεγέρσεις, γιατί κοιμόμαστε τον ύπνο του δικαίου –φόβου- περιμένοντας να δούμε τι θα φέρει το ξημέρωμα; Τίποτα δε θα φέρει, ερήμωση και καταστροφή θα φέρει. Γιατί στο σκοτάδι θα εξαφανίζονται ολοένα και περισσότερα πράγματα που θα παίρνει κάποιο ξένο χέρι και το πρωί απλά  θα συνειδητοποιούμε ότι δεν βρίσκονται πια εκεί. Ποιός από τους καλλιτέχνες και τους διανοούμενους έδειξε ουσιαστική δράση; Κανείς. Ποιός από τους κλέφτες τιμωρήθηκε; Κανείς. Τί περιμένουν οι γονείς που τα παιδιά τους λιποθυμούν από την πείνα στα σχολεία και κοιμούνται στ΄αυτοκίνητα; Να μας δείξουν έλεος; Είδατε ποτέ κατακτητή να δείχνει έλεος;  Ή μήπως είδατε γονατισμένο πρόγονό μας να το ζητά; Για μας χτυπά η καμπάνα, κι αν θέλετε να φύγετε και ν΄ αφήσετε πίσω γέρους και μετανάστες να γυαλίζουν τα παπούτσια των κατακτητών, ώρα σας καλή. Οι υπόλοιποι όμως, που θα μείνουμε, δε νομίζετε ότι έχουμε χρέος να αντισταθούμε σθεναρά; Ή μήπως να στολίσουμε δέντρα σαν να κυλάει η ζωή με κάπως  λιγότερη ευδιαθεσία και να φάμε κουραμπιέδες και μελομακάρονα «όσο έχουμε ακόμα»; Ποιός το  ορίζει αυτό το «όσο έχουμε»; Κάποιος που δεν ξέρουμε, που μονάχα υποθέτουμε, ναι, ο εχθρός είναι αόρατος. Ας αρχίσουμε λοιπόν από αυτούς που γνωρίζουμε, κι είναι τρακόσιοι. Αυτούς που ζητάνε αναδρομικά των κλεψιών τους 240 εκ. και δε σταματάνε πουθενά. Τουλάχιστον για να μην ντρεπόμαστε όταν μια γιαγιά απλώνει το χέρι χωρίς να μας κοιτάζει. Ο πρώτος φόνος λοιπόν πρέπει να είναι του φόβου. Τίποτα δεν έχουμε να χάσουμε από αυτά που με τόση καρτερικότητα φυλάσσουμε. Γιατί τίποτα δεν ήταν και δεν είναι δικό μας. Ούτε η θεσούλα με τη σύμβαση, ούτε ό,τι μας πλασσάρανε να επιθυμήσουμε και να το πληρώνουμε με δόσεις είναι δικό μας, ούτε το σπίτι με το στεγαστικό, ούτε η ίδια μας η πατρίδα που τη σκυλεύουν ακόμα δεν πεθάναμε. Κάθε μέρα παραξενέυομαι κι αναρωτιέμαι, ένα πένθος έχει τέσσερα στάδια, σοκ, πόνο, οργή, θλίψη. Εμείς σε ποιό ακριβώς βρισκόμαστε; Γιατί όπου και να ψάξω το θυμό, δεν τον  βρίσκω πουθενά. Η μόνη λύση είναι να ξυπνήσει η οργή, αυτή που με τόση μαεστρία ξέρουν να καταπνίγουν στο φόβο. Ένα ποτάμι έχει τεράστια ορμή, ένα ποτάμι οργισμένο μπορεί να κάνει θαύματα.  Ακόμη και η ζωή μας να χαθεί τουλάχιστον θα μείνει η αξιοπρέπεια, απόγονε του Αχιλλέα, αν είσαι ακόμα, έσο έτοιμος.